ΕΛΥΤΗΣ ΒΑΪΟΦΟΡΟΣ
Σελίδα 1 από 1
ΕΛΥΤΗΣ ΒΑΪΟΦΟΡΟΣ
ΕΛΥΤΗΣ
ΒΑΪΦΟΡΟΣ
ΤΗΝ ΑΝΟΙΞΗ δεν τη βρήκα τόσο στους αγρούς, ή, έστω,
σΆ έναν Μποτιτσέλλι όσο σε μια μικρή Βαϊφόρο κόκκινη.
Έτσι και μια μέρα,
τη θάλασσα την ένιωσα κοιτάζοντας μια κεφαλή Διός.
Όταν ανακαλύψουμε τις μυστικές σχέσεις των εννοιών και
τις περπατήσουμε σε βάθος θα βγούμε σΆ ένα άλλου είδους
ξέφωτο που είναι η Ποίηση. Και η Ποίηση πάντοτε είναι μία
όπως ένας είναι και ο ουρανός.
Το ζήτημα είναι από πού βλέπει κανείς τον ουρανό.
Εγώ τον έχω δει από καταμεσίς της θάλασσας.
(Ο μικρός ναυτίλος, ενότητα «Μυρίσαι το ¶ριστον»)
Απ: ΕΛΥΤΗΣ ΒΑΪΟΦΟΡΟΣ
Η παραπάνω ανάρτηση είναι "κλεμμένη" από τον "τοίχο" φίλης εξαιρετικής στο Face Book. Κι ήταν το κομματάκι του παζλ που καιρό αναζητούσα για να προσεγγίσω τα λόγια ενός άλλου ποιητή, του πολυαγαπημένου Δάσκαλου Δημήτρη Λιαντίνη:
Τόσον καιρό ομολογώ ότι τα παραπάνω λόγια του Λιαντίνη τα είχα συνδυάσει με τη φράση "παρά θιν' αλός ατρυγέτοιο"...
Κι εκεί έψαχνα κι εγώ. Περπατώντας...
Μα έβρισκα ... μουσκάρια!!!
http://educandus.forumotion.com/t2061-topic
"Το ποίημα είτε μας μιλάει, είτε δε μας μιλάει, λέει ο Σεφέρης. Μπορεί να το διαβάσεις είκοσι φορές μέσα σε είκοσι μήνες ή σε πέντε χρόνια, και να μην σου ειπεί τίποτα. Και ξαφνικά εκεί που περπατάς στο ακροθαλάσσι για να πάρεις τον αέρα σου, ένας στίχος του χτυπάει ανεπάντεχα την ύπαρξή σου, όπως το ατλάζι του πελάγου σου χτυπάει τα μάτια, και σε φωτίζει ολόκληρο. Την ίδια ακριβώς στιγμή που φωτίζεται και το ποίημα μέσα σου."ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ του Δημήτρη Λιαντίνη (σελ. 51)
Τόσον καιρό ομολογώ ότι τα παραπάνω λόγια του Λιαντίνη τα είχα συνδυάσει με τη φράση "παρά θιν' αλός ατρυγέτοιο"...
Κι εκεί έψαχνα κι εγώ. Περπατώντας...
Μα έβρισκα ... μουσκάρια!!!
http://educandus.forumotion.com/t2061-topic
Απ: ΕΛΥΤΗΣ ΒΑΪΟΦΟΡΟΣ
Κι αξίζει εδώ να παραθέσω και το απόσπασμα για το "ΠΑΡΑ ΘΙΝ' ΑΛΟΣ ΑΤΡΥΓΕΤΟΙΟ" από το βιβλίο ΧΑΣΜΑ ΣΕΙΣΜΟΥ του Δημήτρη Λιαντίνη:
«Ο στρατιώτης του Πόρφυρα είναι σύγκαιρα χαροκόπος και μελλοθάνατος. Αυτός ο αστραφτερός έφηβος συνενώνει «εξαίφνης» το Είναι και το Μηδέν, πραγματοποιεί σε μια πλήρη στιγμή την επαφή του φόβου και του πόθου, της μνήμης και της λήθης. Είναι η ερωτική κρούση, που γεννάει το φως της αστραπής. Δεν είναι φως του ήλιου, το φως της αστραπής. Τα χάσματα το γεννούν και τα σκοτάδια λάμπει. Ο κολυμπιστής στρατιώτης είναι σφηνωμένος στα σαγόνια του καρχαρία στο βαθμό που είναι πλεγμένος με τους μηρούς της Κυμοθόης:
Αυτός είναι ο πιο απλός κι ο πιο βαθύς στίχος του Σολωμού, τον οποίο ημπορεί κάπως να φωτίσει το παράδειγμα των δύο ερωτευμένων με την άπειρη αγωνία να γλυστρίσουν ο ένας μέσα στον άλλο τόσο, ώστε να δημιουργηθεί η νέα διάσταση, που ζωοποιείται από την ακύρωση των παλαιών όρων, από την άρση της διάκρισης και το σβήσιμο του χάσματος μέσα στην αστραπή του όντος. Αυτή είναι η διάσταση της ταύτισης, όπου τα δύο γίνονται ένα, καθώς η αρχανδρική εικόνα του Αδάμ, που μέσα της είχε και την Εύα. Ο έφηβος του Πόρφυρα, σαν τον νεκρό ¶δωνι στην αγκαλιά της πικροκυματούσας Αφροδίτης απομένει στο τέλος ένα απομεινάρι αλλά θαυμαστό, ένα μεγαλείο αλλά έρημο. Ο Rilke γράφει ότι σΆ εκείνη τη βραγιά της θάλασσας που γεννήθηκε η Αφροδίτη, υγρή σαν τη στάλα και ευωδερή σα σημύδα, το πέλαγο ξέβρασε ένα δελφίνι, άψυχο, ανοιχτό και κόκκινο. Σαν την πορφύρα.
Του δυνατού την κλάψα στο γιαλό. Κάποιος δυνατός από τους μυθικούς χρόνους μελετάει τη ζωή, που ξαφνικά γκρεμίζεται μέσα στην έκπληξη του θανάτου, και κλαίει περιπατώντας
Και οι ποιητές δουλεύουν αιώνια αυτό το λατομείο του θρήνου σε μουσικά αγάλματα.»
«Ο στρατιώτης του Πόρφυρα είναι σύγκαιρα χαροκόπος και μελλοθάνατος. Αυτός ο αστραφτερός έφηβος συνενώνει «εξαίφνης» το Είναι και το Μηδέν, πραγματοποιεί σε μια πλήρη στιγμή την επαφή του φόβου και του πόθου, της μνήμης και της λήθης. Είναι η ερωτική κρούση, που γεννάει το φως της αστραπής. Δεν είναι φως του ήλιου, το φως της αστραπής. Τα χάσματα το γεννούν και τα σκοτάδια λάμπει. Ο κολυμπιστής στρατιώτης είναι σφηνωμένος στα σαγόνια του καρχαρία στο βαθμό που είναι πλεγμένος με τους μηρούς της Κυμοθόης:
«Φιλώ τα χέρια μΆ και γλυκά το στήθος μΆ αγκαλιάζω.»
Αυτός είναι ο πιο απλός κι ο πιο βαθύς στίχος του Σολωμού, τον οποίο ημπορεί κάπως να φωτίσει το παράδειγμα των δύο ερωτευμένων με την άπειρη αγωνία να γλυστρίσουν ο ένας μέσα στον άλλο τόσο, ώστε να δημιουργηθεί η νέα διάσταση, που ζωοποιείται από την ακύρωση των παλαιών όρων, από την άρση της διάκρισης και το σβήσιμο του χάσματος μέσα στην αστραπή του όντος. Αυτή είναι η διάσταση της ταύτισης, όπου τα δύο γίνονται ένα, καθώς η αρχανδρική εικόνα του Αδάμ, που μέσα της είχε και την Εύα. Ο έφηβος του Πόρφυρα, σαν τον νεκρό ¶δωνι στην αγκαλιά της πικροκυματούσας Αφροδίτης απομένει στο τέλος ένα απομεινάρι αλλά θαυμαστό, ένα μεγαλείο αλλά έρημο. Ο Rilke γράφει ότι σΆ εκείνη τη βραγιά της θάλασσας που γεννήθηκε η Αφροδίτη, υγρή σαν τη στάλα και ευωδερή σα σημύδα, το πέλαγο ξέβρασε ένα δελφίνι, άψυχο, ανοιχτό και κόκκινο. Σαν την πορφύρα.
Όμορφε ξένε και καλέ, και στον ανθό της νιότης,
¶με και δέξου στο γιαλό του δυνατού την κλάψα.
¶με και δέξου στο γιαλό του δυνατού την κλάψα.
Του δυνατού την κλάψα στο γιαλό. Κάποιος δυνατός από τους μυθικούς χρόνους μελετάει τη ζωή, που ξαφνικά γκρεμίζεται μέσα στην έκπληξη του θανάτου, και κλαίει περιπατώντας
παρά θινΆ αλός ατρυγέτοιο.
Και οι ποιητές δουλεύουν αιώνια αυτό το λατομείο του θρήνου σε μουσικά αγάλματα.»
Δημήτρης Λιαντίνης, ΧΑΣΜΑ ΣΕΙΣΜΟΥ, σελ. 88
Απ: ΕΛΥΤΗΣ ΒΑΪΟΦΟΡΟΣ
Θεωρώ απαραίτητο να παραθέσω και την ανάλυση που εντόπισα στο διαδίκτυο πάνω στους στίχους του Ελύτη:
ΔΕΙΤΕ ΤΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
http://blogs.sch.gr/spetsiotou/eclassschgr/%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%BF%CF%84%CE%B5%CF%87%CE%BD%CE%AF%CE%B1-2/%CE%B1%CE%BD%CE%B8%CE%BF%CF%8D%CE%BB%CE%B1-%CE%B4%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%AE%CE%BB/%CE%BF%CE%B4%CF%85%CF%83%CF%83%CE%AD%CE%B1%CF%82-%CE%B5%CE%BB%CF%8D%CF%84%CE%B7%CF%82-100-%CF%87%CF%81%CF%8C%CE%BD%CE%B9%CE%B1-%CE%B1%CF%80%CF%8C-%CF%84%CE%B7-%CE%B3%CE%AD%CE%BD%CE%BD%CE%B7%CF%83
ΤΗΝ ΑΝΟΙΞΗ δεν τη βρήκα τόσο στους αγρούς, ή, έστω,
σΆ έναν Μποτιτσέλλι όσο σε μια μικρή Βαϊφόρο κόκκινη.
Έτσι και μια μέρα,
τη θάλασσα την ένιωσα κοιτάζοντας μια κεφαλή Διός.
Όταν ανακαλύψουμε τις μυστικές σχέσεις των εννοιών και
τις περπατήσουμε σε βάθος θα βγούμε σΆ ένα άλλου είδους
ξέφωτο που είναι η Ποίηση. Και η Ποίηση πάντοτε είναι μία
όπως ένας είναι και ο ουρανός.
Το ζήτημα είναι από πού βλέπει κανείς τον ουρανό.
Εγώ τον έχω δει από καταμεσίς της θάλασσας.
Το παραπάνω κείμενο, κατΆ αρχήν μας ξαφνιάζει γιατί, εν μέρει ακυρώνει τους αγρούς με την ανθοφορία τους ως δηλωτικό της ¶νοιξης, καθώς και τον γνωστό πίνακα του Μποτιτσέλλι με την αλληγορία της ¶νοιξης. Και αντί γιΆ αυτά o ποιητής την βρήκε σε μια μικρή Βαϊφόρο κόκκινη. Αυτό, εν πρώτοις, μοιάζει άσχετο.
Παρόμοια, με το παράδειγμα της ¶νοιξης, μας βεβαιώνει πως ένιωσε τη θάλασσα «κοιτάζοντας μια κεφαλή Διός».
Ο αναγνώστης εκπλήττεται γιατί, όταν ακούει «¶νοιξη» οδηγείται φυσιολογικά σΆ ένα ανθοστόλιστο τοπίο γεμάτο από φως κλπ. Και όταν ακούει για Μποτιτσέλλι, φυσιολογικά αναθυμάται το ωραίο γυναικείο μοντέλο της τέχνης του. Ο ποιητής όμως προτιμά την «μικρή κόκκινη Βαϊφόρο».
Η «Βαϊφόρος» είναι εικόνα με το Χριστό «καθήμενον επί πώλου όνου». Βαϊφόρος είναι η Κυριακή των Βαΐων. Η φέρουσα φοινικκόκλαρα[1]. Είναι γιορτή με σημαιοστολισμούς και βάγια. Με δάφνες και κουμαριές και φοινικόκλαρα, γιορτάζει η Ελλάδα στον Ήλιο τον ηλιάτορα[2]. «Βαϊφόρος» είναι η Κυριακή, πριν από το Πάσχα, κατά την οποία έγινε η πανηγυρική είσοδος του Ιησού στα Ιεροσόλυμα, οπότε ο δρόμος του στρώθηκε με βάγια-φοινικόκλαρα, αλλά από την επομένη άρχισε η Μεγάλη Εβδομάδα με τα Πάθη και το μαρτύριό του. Οπότε, ¶νοιξη σημαίνει πάθος και πάθη. Η άνοιξη δεν είναι μια «αθώα» άνοιξη.
Η δεύτερη πρόταση, μοιάζει και αυτή άσχετη με την προηγούμενη:
«Έτσι και μια μέρα», λέει, «τη θάλασσα την ένιωσα κοιτάζοντας μια κεφαλή Διός». Εκείνο το «έτσι» μοιάζει αυθαίρετο, η νοηματική αλληλουχία έχει διακοπεί και ο συσχετισμός δεν προκύπτει άμεσα. Αν επρόκειτο για μια κεφαλή Ποσειδώνα, τότε τα πράγματα θα ήταν ίσως προφανή και εύκολα· του Δία όμως;
Η δεύτερη στροφή, ή παράγραφος, του παραπάνω κειμένου, μας εξηγεί ότι οι «έννοιες» έχουν «μυστικές σχέσεις», που πρέπει να «τις περπατήσουμε σε βάθος» και έτσι να «βγούμε σΆ ένα άλλου είδους ξέφωτο που είναι η Ποίηση». ¶ρα η ποίηση είναι το ζητούμενο και πίσω από την άνοιξη και πίσω από τη θάλασσα. Προσπαθώντας πάντα να καταλάβουμε τι θέλει να πει ο ποιητής, με αφορμή τα αισθητά μεταβαλλόμενα, φτάνουμε στα σταθερά αναλλοίωτα του Πλάτωνα, στα οποία ανήκει και η Ποίηση με κεφαλαίο το εναρκτήριο γράμμα «Π».
Και συνεχίζει: «η Ποίηση πάντοτε είναι μία, όπως ένας είναι και ο ουρανός» και καταλήγει «Το ζήτημα είναι από πού βλέπει κανείς τον ουρανό». Επειδή το κείμενο το γράφει ποιητής και όχι αστρονόμος, θα περιμέναμε να λέει «Το ζήτημα είναι από πού βλέπει κανείς την Ποίηση». Με τον τρόπο που διατύπωσε όμως οι δύο έννοιες, «ουρανός» και «Ποίηση» ταυτίστηκαν. Κι καταλήγει: «Εγώ τον έχω δει από καταμεσίς της θάλασσας». Εκείνο, το προτασσόμενο «Εγώ», καθώς και όλη η πρωτοπρόσωπη και εμφατική διατύπωση του στίχου, έχουν να κάνουν με τη θέση του ποιητή, σε σχέση με τον κόσμο, γενικά, και τον κόσμο της Ποίησης, ειδικά. ¶ρα και την Ποίηση από εκεί την έχει δει, «από καταμεσίς της θάλασσας», οπότε, προκύπτει μια πορεία από τον κόσμο των υλικών, στον κόσμο των ιδεών, από τα συγκεκριμένα στα αφηρημένα,, από το εδώ στο εκεί, από τα κάτω προς τα πάνω, από το νυν στο αιέν.
ΔΕΙΤΕ ΤΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
http://blogs.sch.gr/spetsiotou/eclassschgr/%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%BF%CF%84%CE%B5%CF%87%CE%BD%CE%AF%CE%B1-2/%CE%B1%CE%BD%CE%B8%CE%BF%CF%8D%CE%BB%CE%B1-%CE%B4%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%AE%CE%BB/%CE%BF%CE%B4%CF%85%CF%83%CF%83%CE%AD%CE%B1%CF%82-%CE%B5%CE%BB%CF%8D%CF%84%CE%B7%CF%82-100-%CF%87%CF%81%CF%8C%CE%BD%CE%B9%CE%B1-%CE%B1%CF%80%CF%8C-%CF%84%CE%B7-%CE%B3%CE%AD%CE%BD%CE%BD%CE%B7%CF%83
Σελίδα 1 από 1
Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή
Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης
|
|